Βιογραφία
Ο Λάζαρος Λαμέρας γεννήθηκε στην Αθήνα το 1913, με καταγωγή από τα Υστέρνια της Τήνου, όπου η οικογένειά του είχε παράδοση στη μαρμαρογλυπτική. Σπούδασε γλυπτική στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας (1932–1938) με καθηγητές τον Θωμά Θωμόπουλο και τον Κωνσταντίνο Δημητριάδη, αποφοιτώντας με διάκριση. Το 1938 έλαβε υποτροφία από την Ακαδημία Αθηνών και συνέχισε τις σπουδές του στη Σχολή Καλών Τεχνών του Παρισιού (École des Beaux-Arts) κοντά στον σπουδαίο γλύπτη Jean Boucher, όπου το έργο του τιμήθηκε με το Α’ Βραβείο το 1939.
Μετά την ολοκλήρωση των σπουδών του, ο Λαμέρας εντάχθηκε ενεργά στην καλλιτεχνική ζωή της Αθήνας. Ήδη το 1933, σε νεαρή ηλικία, πρωτοεμφανίστηκε εκθεσιακά συμμετέχοντας στην έκθεση της καλλιτεχνικής ομάδας «Τέχνη», ενώ την περίοδο 1937–1939 εξέθετε έργα του με την ομάδα «Ελεύθεροι Καλλιτέχνες». Στα μεταπολεμικά χρόνια υπήρξε ιδρυτικό μέλος της πρωτοποριακής ομάδας «Ακραίοι» υπό τον ζωγράφο Αλέκο Κοντόπουλο, συμβάλλοντας στην εισαγωγή των μοντέρνων τάσεων στην ελληνική τέχνη. Ο Λαμέρας συγκαταλέγεται στους πρώτους Έλληνες γλύπτες που υιοθέτησαν την αφηρημένη γλυπτική· ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του 1940 πειραματίστηκε με αφηρημένες φόρμες, διατηρώντας παράλληλα τη βαθιά γνώση της κλασικής πλαστικής. Χαρακτηριστικό έργο του είναι «Η Πεντέλη σε έκσταση» (1948), ένα από τα πρώιμα αφηρημένα γλυπτά στην Ελλάδα, το οποίο παρουσιάστηκε στην πρώτη μεταπολεμική Πανελλήνια Καλλιτεχνική Έκθεση του 1948, προκαλώντας αίσθηση και ποικίλα σχόλια. Την ίδια εποχή ο Λαμέρας φιλοτέχνησε και ρεαλιστικά πορτρέτα, αποδίδοντας με λεπτομέρεια μορφές όπως η προτομή της μεγάλης ηθοποιού Μαρίκας Κοτοπούλη (1937) –τοποθετημένη στο Θέατρο Rex της Αθήνας– και αργότερα η προτομή του ποιητή Κωστή Παλαμά στη Φιλοθέη. Γλύπτης με ευρύ εκφραστικό φάσμα, κινήθηκε με άνεση ανάμεσα στην κλασική παράδοση και στις σύγχρονες τάσεις, συνδυάζοντας την παραστατικότητα με τη μοντέρνα αφαιρετική γλώσσα.
Ο Λαμέρας ανέπτυξε πλούσια εκθεσιακή δραστηριότητα και καθιερώθηκε τόσο στην Ελλάδα όσο και διεθνώς. Συμμετείχε τακτικά στις Πανελλήνιες Καλλιτεχνικές Εκθέσεις και εκπροσώπησε την Ελλάδα σε μεγάλες διεθνείς διοργανώσεις: έλαβε μέρος στην Μπιενάλε της Βενετίας (1960) και δύο φορές στη Μπιενάλε του Σάο Πάολο (1955, 1961). Το 1953 το μνημειακό έργο του «Άγνωστος Πολιτικός Κρατούμενος» απέσπασε βραβείο σε διεθνή διαγωνισμό του Institute of Contemporary Arts στο Λονδίνο και εκτέθηκε στην Tate Gallery, χαρίζοντάς του διεθνή αναγνώριση. Ακολούθως τιμήθηκε και στην πατρίδα του: το 1959 έλαβε το Α’ Βραβείο Γλυπτικής στον διαγωνισμό του Δήμου Αθηναίων, ενώ το 1961 του απονεμήθηκε το παράσημο του Ταξιάρχη του Φοίνικος για το μνημειακό έργο «Μπιζανομάχοι», που αναφέρεται στους αγωνιστές της μάχης του Μπιζανίου. Το 1956 (ή 1957) εξελέγη τακτικός καθηγητής στην Έδρα Πλαστικής της Αρχιτεκτονικής Σχολής του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, όπου δίδαξε έως το 1987, ασκώντας μεγάλη επιρροή σε μια ολόκληρη γενιά νέων δημιουργών. Παράλληλα, ασχολήθηκε με τη θεωρητική θεμελίωση της τέχνης του: δημοσίευσε τη μελέτη «Πλαστική» (1969) και το «Χωροθετικό διάγραμμα γλυπτών έργων Δήμου Αθηναίων Νεωτέρας Ελλάδος» (1975), συμβάλλοντας στην καταγραφή της δημόσιας γλυπτικής κληρονομιάς. Το 1979 η Εθνική Πινακοθήκη διοργάνωσε μια πρωτοποριακή ατομική έκθεση έργων του με τίτλο «Αφή-Τέχνη-Παιδί», όπου παρουσιάστηκαν κινητικές γλυπτικές κατασκευές σχεδιασμένες για διαδραστική πρόσβαση από παιδιά και άτομα με προβλήματα όρασης – μια έκθεση που ανέδειξε την ευαισθησία του καλλιτέχνη στην κοινωνική διάσταση της τέχνης. Σε όλη τη διάρκεια της σταδιοδρομίας του ο Λαμέρας συμμετείχε και σε σημαντικές θεματικές εκθέσεις για την ελληνική μοντέρνα τέχνη, όπως η έκθεση «Μεταμορφώσεις του Μοντέρνου» στην Εθνική Πινακοθήκη (1992), επιβεβαιώνοντας τον κεντρικό ρόλο του στην εξέλιξη της νεοελληνικής γλυπτικής.
Η δουλειά του Λάζαρου Λαμέρα ξεχωρίζει για τη λιτή, γεωμετρημένη φόρμα και την αρμονική σύζευξη ελληνικής παράδοσης και μοντερνισμού. Δούλεψε κυρίως σε μάρμαρο και μέταλλο, φιλοτεχνώντας τόσο ανθρωποκεντρικές συνθέσεις όσο και αφηρημένες μορφές εμπνευσμένες από την ιστορία και τα πανανθρώπινα ιδανικά. Γλυπτά του κοσμούν πολλούς δημόσιους χώρους, καθώς και πολυάριθμες προτομές ηρώων και προσωπικοτήτων σε διάφορες πόλεις (ενδεικτικά, η προτομή του Κωστή Παλαμά στη Φιλοθέη και μνημεία στο Άλσος της Τήνου). Έργα του βρίσκονται επίσης σε σημαντικές συλλογές τέχνης. Η Εθνική Πινακοθήκη – Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτσου έχει στην κατοχή της χαρακτηριστικά δείγματα του ύφους του, όπως η «Πεντέλη σε έκσταση», οι «Δύο κόρες» (1950) και άλλα γλυπτά του, ενώ δημιουργίες του περιλαμβάνονται και σε συλλογές δημοσίων και δημοτικών πινακοθηκών. Ο Λάζαρος Λαμέρας απεβίωσε στην Αθήνα στις 24 Σεπτεμβρίου 1998, σε ηλικία 85 ετών. Η παρακαταθήκη που αφήνει τον κατατάσσει στους σημαντικότερους εκπροσώπους της ελληνικής γλυπτικής του 20ού αιώνα και έναν από τους πρωτοπόρους της αφηρημένης τέχνης στη χώρα.
Βιβλιογραφία
- Ιωαννίδης, Κώστας (επιμ.). Λάζαρος Λαμέρας: Αφηγήσεις του μοντερνισμού στην Ελλάδα. Τήνος: Ίδρυμα Τηνιακού Πολιτισμού, 2008.
- Λεξικό Ελλήνων καλλιτεχνών: Ζωγράφοι, γλύπτες, χαράκτες, 16ος–20ός αιώνας. Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών / Μέλισσα, 1997–2000, λήμμα «Λάζαρος Λαμέρας».
- Λάζαρος Λαμέρας. Κατάλογος έκθεσης, Αθήνα: Γκαλερί Titanium, 1995.
- Λάζαρος Λαμέρας. Κατάλογος έκθεσης, Αθήνα: Ίδρυμα Εικαστικών Τεχνών & Μουσικής Β. & Μ. Θεοχαράκη, 2010.
- Εθνική Πινακοθήκη – Μουσείο Αλ. Σούτσου: Βιογραφικό σημείωμα Λαζάρου Λαμέρα (διαδικτυακή πύλη Nationalgallery.gr).
- Ινστιτούτο Σύγχρονης Ελληνικής Τέχνης (ΙΣΕΤ): Ψηφιακό Αρχείο – Λαμέρας Λάζαρος (βιογραφικά στοιχεία και κατάλογος έργων).
H βιογραφία δημιουργήθηκε με τη βοήθεια τεχνητής νοημοσύνης.