SEARCH AND PRESS ENTER
Βασίλης Λαμπρινός

Βασίλης Λαμπρινός

Greek
1926 - 2017

Βιογραφία

Ο Βασίλης Λαμπρινός γεννήθηκε το 1926 στο Σουέζ της Αιγύπτου από Έλληνες γονείς, αποτελώντας μέλος της ελληνικής Διασποράς. Σε νεαρή ηλικία μετακινήθηκε στην Ευρώπη για σπουδές, καλλιεργώντας ποικίλα καλλιτεχνικά ενδιαφέροντα: σπούδασε ζωγραφική, θέατρο και χορό στην Αθήνα, το Παρίσι, το Λονδίνο και το Μόντε Κάρλο. Στα μέσα της δεκαετίας του 1950 εγκαταστάθηκε στο Μπουένος Άιρες, όπου ανέπτυξε μια λαμπρή σταδιοδρομία στις παραστατικές τέχνες. Εκεί σκηνοθέτησε και συμμετείχε ως ηθοποιός σε αρκετές ταινίες του αργεντίνικου κινηματογράφου και ανέλαβε τη θέση του διευθυντή μπαλέτου στο περίφημο Teatro Colón. Ανάμεσα στα θεατρικά έργα που σκηνοθέτησε στο Μπουένος Άιρες περιλαμβάνονται κλασικά και σύγχρονα εγχειρήματα – ενδεικτικά, ανέβασε τις αρχαίες «Βάκχες» καθώς και το έργο «Κούρος» του Νίκου Καζαντζάκη – ενώ παράλληλα ίδρυσε δική του ομάδα χορού, με την οποία περιόδευσε για δέκα χρόνια στη Λατινική Αμερική. Ως χορογράφος, συνέβαλε σε παραγωγές μπαλέτου της Όπερας του Colón (όπως το «Δαφνίς και Χλόη» του Μωρίς Ραβέλ και άλλα κλασικά έργα) και διατέλεσε καλλιτεχνικός διευθυντής στην αργεντίνικη τηλεόραση. Για την ερμηνεία του στην ταινία Los Tallos Amargos (1956) τιμήθηκε με το βραβείο καλύτερου ηθοποιού από το Εθνικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου της Αργεντινής, επισφραγίζοντας την αναγνώρισή του στο χώρο του κινηματογράφου.

Στα τέλη της δεκαετίας του 1950 ο Λαμπρινός μετανάστευσε στις Ηνωμένες Πολιτείες, επεκτείνοντας τη δραστηριότητά του στον χώρο του θεάματος. Εγκατεστημένος στη Νέα Υόρκη και στο Λος Άντζελες, συνέχισε την επιτυχημένη πορεία του ως ηθοποιός σε διεθνείς παραγωγές του κινηματογράφου και της τηλεόρασης. Μεταξύ άλλων, συμμετείχε σε γνωστές χολιγουντιανές ταινίες όπως The Unsinkable Molly Brown (1964) και The Female Animal (1970), ενώ εμφανίστηκε και στην ελληνική ταινία «Η Επιστροφή της Μήδειας» (1968). Παράλληλα με τη θεατρική και κινηματογραφική του σταδιοδρομία, ανέπτυξε συστηματικά το εικαστικό του έργο ως ζωγράφος. Ήδη από τη δεκαετία του 1960 άρχισε να αφιερώνεται περισσότερο στη ζωγραφική, και μέχρι τις αρχές του 1970 είχε εδραιωθεί ως καλλιτέχνης με διακριτό προσωπικό ύφος. Οι πίνακές του – κυρίως ελαιογραφίες σε μουσαμά – αντλούν θεματολογία από τη γενέθλια πατρίδα και ειδικότερα από τη θαλασσογραφία. Με έντονη την παρουσία της ελληνικής θάλασσας στα έργα του, ο Λαμπρινός απέδωσε με ζωντάνια το φως, τις αποχρώσεις και τις εναλλαγές της διάθεσης του Αιγαίου πελάγους. Η ζωγραφική του χαρακτηρίζεται από έναν μοντέρνο λυρισμό και μια ευαισθησία στην απόδοση της κίνησης του νερού και της λάμψης του μεσογειακού φωτός – στοιχεία που μαρτυρούν τη βαθιά του σύνδεση με τη φύση και το τοπίο της Ελλάδας. Οι πίνακές του αγαπήθηκαν ιδιαίτερα από συλλέκτες διεθνώς, καθώς συνδύαζαν τη ρεαλιστική απεικόνιση με μια ιδεαλιστική νοσταλγία για την ελληνική θάλασσα.

Από τα τέλη της δεκαετίας του 1970 και καθ’ όλη τη διάρκεια των επόμενων δεκαετιών, ο Βασίλης Λαμπρινός παρουσίασε το εικαστικό του έργο σε πλήθος εκθέσεων, αποσπώντας ευρεία αναγνώριση. Συμμετείχε σε ομαδικές εκθέσεις σύγχρονης τέχνης και πραγματοποίησε σημαντικές ατομικές εκθέσεις τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό. Ανάμεσα στις κορυφαίες στιγμές της εκθεσιακής του πορείας συγκαταλέγονται οι ατομικές παρουσιάσεις του στη Νέα Υόρκη (Hammer Galleries, 1972) και στην Καλιφόρνια (με αποκορύφωμα έκθεση στο Palm Springs Desert Museum το 1976), ενώ ιδιαίτερης σημασίας ήταν και οι εκθέσεις του στην Αθήνα – στην ιστορική Γκαλερί Ζυγός (το 1980 και 1985) ο Λαμπρινός σύστησε προσωπικά το έργο του στο ελληνικό κοινό, επιστρέφοντας ως διαπρεπής καλλιτέχνης της Διασποράς. Η διεθνής απήχηση του έργου του επιβεβαιώνεται από την παρουσία έργων του σε δημόσιες συλλογές και μουσεία ανά τον κόσμο. Ενδεικτικά, πίνακές του περιλαμβάνονται στη συλλογή του Μουσείου Βορρέ στην Ελλάδα, καθώς και σε σημαντικά αμερικανικά μουσεία, όπως το Butler Institute of American Art (Οχάιο), το Museum of Fine Arts του Σπρίνγκφιλντ (Μασαχουσέτη), το Πανεπιστημιακό Μουσείο Τέχνης του Γουαϊόμινγκ, το Weatherspoon Art Gallery στο Πανεπιστήμιο της Βόρειας Καρολίνας και το Parrish Art Museum στη Νέα Υόρκη, μεταξύ άλλων. Οι διακρίσεις αυτές αντανακλούν τη θέση του Λαμπρινού ως καθιερωμένου εικαστικού δημιουργού σε διεθνές επίπεδο.

Ως Έλληνας καλλιτέχνης της Διασποράς, ο Βασίλης Λαμπρινός κατόρθωσε να γεφυρώσει διαφορετικούς πολιτισμούς και καλλιτεχνικά πεδία. Η πολυσχιδής του πορεία – από τη σκηνή και την οθόνη έως τον ζωγραφικό καμβά – αποτελεί μια μοναδική περίπτωση όπου η ελληνική καλλιτεχνική ευαισθησία μεταλαμπαδεύτηκε και άνθησε εκτός συνόρων. Παρότι έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του εκτός Ελλάδας, διατήρησε ισχυρούς δεσμούς με την ελληνική του ταυτότητα, κάτι που αντικατοπτρίζεται ξεκάθαρα στη θεματολογία της ζωγραφικής του. Μέσα από τις θαλασσογραφίες και τις αναφορές στο ελληνικό φως, ο Λαμπρινός ανέδειξε την ομορφιά της πατρίδας του σε ένα διεθνές κοινό, συμβάλλοντας στην προβολή της ελληνικής τέχνης και φύσης παγκοσμίως. Το έργο του εμπλουτίζει την ιστορία της νεοελληνικής τέχνης του 20ού αιώνα, προσφέροντας το παράδειγμα ενός δημιουργού που κινήθηκε με άνεση ανάμεσα σε διαφορετικές μορφές έκφρασης. Απεβίωσε στη Νέα Υόρκη στις 12 Μαΐου 2017, σε ηλικία 91 ετών, αφήνοντας ως παρακαταθήκη ένα πολυδιάστατο έργο. Η μνήμη του Λαμπρινού παραμένει ζωντανή ως ενός καλλιτέχνη-κοσμοπολίτη που τίμησε την ελληνική καταγωγή του και άφησε το αποτύπωμά του στη διεθνή εικαστική σκηνή.

Βιβλιογραφία:

  1. Galerie Ζυγός – Vassili Lambrinos (1926–2017). Βιογραφικό σημείωμα (ιστοσελίδα γκαλερί).
  2. Lotus Gallery (Αντίκες Αθήνα) – Παρουσίαση έργου «Ανεμώδης» με βιογραφικό Βασίλη Λαμπρινού (ιστοσελίδα).
  3. The New York Times, “Vassili Lambrinos Obituary”, 4 Ιουνίου 2017 (νεκρολογία).
  4. Ινστιτούτο Σύγχρονης Ελληνικής Τέχνης (ΙΣΕΤ) – Αρχείο Εκθέσεων: Βασίλης Λαμπρινός, Γκαλερί Ζυγός, Αθήνα 1985.
  5. The Desert Sun (Palm Springs), “Artist captures images of Aegean Sea”, 12 Φεβρουαρίου 1987.

H βιογραφία δημιουργήθηκε με τη βοήθεια τεχνητής νοημοσύνης.