SEARCH AND PRESS ENTER
EN

Το Ενδόμυχον της Μορφής: Γλυπτικές Παλμογραφίες του Μεμά Καλογηράτου

Μεμάς ΚαλογηράτοςΣτο μεταίχμιο ύλης και ιδέας, εκεί όπου η μορφή αναδύεται από το αδιαμόρφωτο και η σιγή διαπνέει τη χειρονομία, εγγράφεται το έργο του Μεμά Καλογηράτου. Ο ορείχαλκος, υλικό με θερμική μνήμη και πυκνή εσωτερικότητα, μεταμορφώνεται σε φορέα υπερβατικών σημαινομένων· σε επιφάνεια που σμιλεύεται με διαύγεια, με χειρονομία που προϋποθέτει βίωμα και πειθαρχία. Ο Καλογηράτος, τελετουργός της ύλης, αρθρώνει ένα corpus που εσωκλείει την οδύνη της γης, τη μεταφυσική της μνήμης και την ακρίβεια μιας εσωτερικής ηθικής της μορφής.

Στο εργαστήριό του, στα Μαζαρακάτα της Κεφαλονιάς, τόπο μυσταγωγίας και συγχρονισμού με το ρυθμό της φύσης, ανασύρει μορφές οι οποίες δεν εγγράφονται στον ορίζοντα του ρεαλισμού αλλά στον παλμό του συλλογικού ασυνειδήτου. Το σπίτι–μουσείο, συγκροτείται ως εννοιολογική μήτρα του έργου του, κι εκεί, ανάμεσα σε χυτήρια, φως Ιονίου και σιωπηλά ερείσματα, ο γλύπτης διαπλάθει τελετουργίες με ύλη που ανασαίνει.

Η παρούσα έκθεση στο Αίθριο του Δημαρχιακού Μεγάρου Ερμούπολης, στο πλαίσιο του προγράμματος «Σύρος Πολιτισμός 2025», ανασυγκροτεί το σμιλεμένο σύμπαν του Καλογηράτου μέσα από δεκατρία έργα, μετασχηματισμούς και επιτελέσεις του χρόνου, της εμπειρίας, της μνήμης. Κάθε μορφή αποτελεί μια αρθρωμένη σιωπή, μια καταγραφή της ανθρώπινης κατάστασης με την ακαμψία του υλικού και την ευλυγισία της έννοιας.

Η επιλογή των έργων στην έκθεση αυτή δεν υπακούει σε χρονολογική τάξη, αλλά σε συναισθηματική εντροπία.Προπατορικό Αμάρτημα (1969)

Το «Προπατορικό Αμάρτημα» (1969) σηματοδοτεί μια πρώιμη αλλά ώριμη σύλληψη της ανθρώπινης ευθραυστότητας: ένας σπειροειδής τόπος σφάλματος, όπου η πτώση δεν είναι θεολογική, αλλά υπαρξιακή. Η ορειχάλκινη φόρμα, πυρακτωμένη ακόμη από το ηθικό της φορτίο, στηρίζεται σε μαρμάρινη βάση σαν να αναζητά εξιλέωση.

Τραγωδός (2008)Ο «Τραγωδός» (2008), με χειρονομία ελλειπτική, διασχίζει τα σύνορα μεταξύ ρόλου και αλήθειας. Το σώμα εδώ είναι όργανο αναπαράστασης, αλλά και θεμέλιο υπαρξιακής έκφρασης. Δεν είναι τυχαίο ότι τα έργα του Καλογηράτου λειτουργούν θεατρικά: φέρουν την υπόνοια ενός δράματος που μόλις συνέβη ή που επίκειται.

Ίκαρος (1999)Ο «Ίκαρος» (1999) αιωρείται στην παραίσθηση της πτήσης. Η πτώση μεταμορφώνεται σε γλυπτική ανοδικότητα· το σχήμα εμπεριέχει την επιθυμία της υπέρβασης, και το μέταλλο φέρει την πυρά της προσέγγισης προς την αυτοσυνειδησία.

Ο «Κυριακάτικος περίπατος» (1972) και ο «Νταουλιστής» (1990) καταγράφουν την καθημερινότητα, μεταφέροντας τον λαϊκό βίο στο γλυπτικό πεδίο. Οι μορφές εκφράζουν τη σωματικότητα της εμπειρίας και την καρδιά του συλλογικού.

Κυριακάτικος περίπατος» (1972) και Νταουλιστής (1990)

Κομέντια ντελ’ άρτε (2005)Στον αντίποδα, η «Κομέντια ντελ’ άρτε» (2005) επιστρατεύει την ευρωπαϊκή μνήμη – τη θεατρικότητα του σώματος ως μάσκα, τη ρευστότητα του ρόλου ως αλήθεια.

Η «Συνεύρεση» (1988) και οι «Δύο Φίλες» (2000) συνιστούν γλυπτικές αναφορές στην ανθρώπινη οικειότητα, χωρίς η φόρμα να εξανθρωπίζεται. Η επιμήκυνση, η αφαίρεση, η μερική σχηματοποίηση λειτουργούν ως αισθητικό ύφος, αλλά και ως αναπαράσταση της ψυχικής εγγύτητας που ποτέ δεν είναι ολοκληρωτικά προσεγγίσιμη. Ο έρωτας, η φιλία, η συντροφικότητα, μεταφράζονται σε γλυπτικές προσεγγίσεις του ασύλληπτου.

Συνεύρεση» (1988) και Δύο Φίλες (2000)

Κόρη (1995)Κόρη (2000)Ιδιαίτερη μνεία απαιτεί η παρουσία των δύο γλυπτών με την ονομασία «Κόρη» (1995 & 2000). Δύο παραλλαγές πάνω στο γυναικείο αρχέτυπο: ούτε θεοποιημένες μορφές ούτε ιδανικά σώματα, αλλά φιγούρες με βαρύτητα και εσωτερικό ρυθμό. Μορφές κάτοπτρο των πολλαπλών τροχιών της θηλυκότητας.

Κασσάνδρα (2006)Η «Κασσάνδρα» (2006), σφιγμένη σε εσωτερική κραυγή, μορφοποιεί την τραγωδία του μη-ακουσθέντος. Αποπνέει την ακινησία της προφητείας, εκεί όπου η γνώση υπάρχει χωρίς πρόσβαση, η φωνή χωρίς παραλήπτη. Ο Καλογηράτος δεν παριστάνει εδώ την αρχαία τραγωδία· την ενσαρκώνει.

Στρατιώτης (2000)Ο «Στρατιώτης» (2000) και ο «Μελωδός» (1999) αποτελούν ίσως τα δύο πιο διακριτά παραδείγματα της διπλής γλώσσας: της βίας και της μουσικής, της πολεμικής ετοιμότητας και της αρμονικής αποδοχής. Είναι σύμβολα μιας κοινωνίας ανάμεσα στη φθορά και στη μελωδία. Στον «Στρατιώτη» (2000), η παρουσία αποκτά βαρύτητα -οπλίζεται με ιστορία, μα απομένει στοχαστικός. Μελωδός (1999)Ο «Μελωδός» (1999), με διάταξη που αγγίζει τη μουσική σημειολογία, ενσαρκώνει τον ήχο που μορφοποιείται, τον ρυθμό που αποκρυσταλλώνεται.

Η γλυπτική του Καλογηράτου είναι εξόχως ανθρωποκεντρική, όπου ο θεατής γίνεται συνομιλητής και, ενίοτε, ο φορέας της ερμηνείας με έργα που προϋποθέτουν συναναστροφή – σωματική, νοηματική, διαλογική. Η χρήση του ορειχάλκου προσφέρει μια ποιότητα μετάλλου με ιδιοσυγκρασία αρχαϊκή και ταυτόχρονα σύγχρονη. Η υλικότητα γίνεται ψυχική δομή και το κάθε έργο οργανώνεται όχι από αισθητικά προτάγματα, αλλά από εσωτερικό ρυθμό.

Η επιλογή της Σύρου ως τόπου έκθεσης προσφέρει έναν ισχυρό γεωπολιτισμικό αντίλαλο. Η Ερμούπολη, αρχιτεκτονικό παλίμψηστο του νεοκλασικισμού, συνομιλεί με τις μορφές του Καλογηράτου χωρίς μονοδιάστατες συνηχήσεις. Η αστική αίγλη του Μεγάρου συντονίζεται με τις μετα-μνημειακές ποιότητες του γλύπτη και η δημόσια σφαίρα επαναπροσδιορίζεται ως χώρος στοχαστικής περιήγησης.

Σε μια εποχή όπου η εικόνα καταναλώνεται πριν υπάρξει, τα γλυπτά του Μεμά Καλογηράτου μας καλούν να σταθούμε. Να περιεργαστούμε. Κάθε τους πλευρά είναι μια ερώτηση. Κάθε τους ίσκιος, μια υπενθύμιση. Κι εμείς, στη σκιά τους, καλούμαστε να αφουγκραστούμε: όχι μόνο το τι είναι, αλλά και το τι υπονοούν. Γιατί η γλυπτική, στην εκδοχή του Καλογηράτου, παραμένει ανοιχτή ως βίωμα, ως στοχασμός, ως τροχιά μετάβασης. Και σ’ αυτό το αίνιγμα, βρίσκεται η ουσία της τέχνης.

Ελένη Γατσά,
Αρχαιολόγος – Ιστορικός Τέχνης